Οι χρηματοπιστωτικές αγορές είχαν ένα τρομακτικό καλοκαίρι μετά τα σαρωτικά νέα που έκαναν λόγο για επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης, για νέα ύφεση στη Δύση και για το ανεπίλυτο της κρίσης ομολόγων και της τραπεζικής κρίσης της Ευρωζώνης.
Όμως όλα αυτά έχουν προκαλέσει αναταραχή και παλιότερα και θα συνεχίσουν και στο μέλλον. Η δυσάρεστη οικονομική κατάστασή μας δεν αποτελεί προσωρινή συνθήκη. Έχει καταρρεύσει το οικονομικό μοντέλο που στήριξε την μακροχρόνια ανάπτυξη που είχαμε από το 1980 ως το 2008.
Λαμβάνοντας υπόψη την κλίμακα της ύφεσης και τις δυσλειτουργίες του συστήματος στις προηγμένες οικονομίες, βλέπουμε ότι η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 - 09 μας κληροδότησε μια κρίση του καπιταλισμού απ’ αυτές που βλέπουμε μια φορά σε κάθε γενιά και που τα ίχνη της ανιχνεύονται στις ευρύτατες προκλήσεις προς την πολιτική τάξη, και προφανώς όχι μόνο στις ανεπτυγμένες οικονομίες.
Οι αγορές μπορεί όντως να το έχουν αντιληφθεί αυτό, με τις τιμές των μετοχών να εμφανίζουν υψηλή μεταβλητότητα αλλά να αδυνατούν να πιάσουν τα προ κρίσης υψηλά τους και τις αγορές ομολόγων να ρέπουν προς τα ιαπωνικά πρότυπα. Μόνο που κανείς δεν θέλει να το ομολογήσει, και πρωτίστως όχι οι πολιτικοί.
Η αναγνώριση της κατάστασης θα ήταν μια καλή αρχή και είναι σίγουρα ενθαρρυντικό το ότι η νέα επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ απηύθυνε έκκληση για παγκόσμιο συντονισμό των μακροοικονομικών πολιτικών προκειμένου να στηριχθεί η οικονομική ανάπτυξη καθώς και για υποχρεωτική και ουσιαστική επανακεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών τραπεζών. Δυστυχώς όμως κανείς δεν ανταποκρίθηκε στην έκκλησή της.
Είμαστε αντιμέτωποι με μια καπιταλιστική κρίση. Καπιταλιστική κρίση επειδή το οικονομικό μας μοντέλο και οι πολιτικές μας δυνάμεις δεν μπορούν να παράγουν βιώσιμη ανάπτυξη, επαρκή δημιουργία εισοδήματος και θέσεις εργασίας. Χάσαμε όλους τους μοχλούς της ανάπτυξης που είχαμε στην τελευταία 20ετία: αγορά ακινήτων, χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και πίστωση. Σήμερα έχουμε απομείνει με υπερβολικά επίπεδα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, ένα δυσλειτουργικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και υψηλή ανεργία.
Η δυνατότητα της παραγωγής και πώλησης αγαθών και υπηρεσιών έχει κατά πολύ ξεπεράσει τη δυνατότητα των καταναλωτών να δανείζονται και να δαπανούν. Δίχως πιστώσεις και θέσεις εργασίας έρχονται στο φως κι άλλα προβλήματα, συμπεριλαμβανομένης της μακράς στασιμότητας των πραγματικών μισθών και της ακραίας διεύρυνσης των ανισοτήτων. Πρόκειται πραγματικά για μια κρίση συνολικής ζήτησης. Τι μπορούμε να κάνουμε; Με τις κυβερνήσεις να ασπάζονται τη λιτότητα είτε θεληματικά, είτε καταναγκαστικά στο πλαίσιο των προγραμμάτων του ΔΝΤ, και με τις διαιρέσεις ανάμεσα στους πολιτικούς της Ευρωζώνης να δείχνουν αξεπέραστες, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να στραφούμε ξανά στην νομισματική πολιτική.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει δεσμευτεί να στηρίξει τις αγορές ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας, η Επιτροπή Νομισματικής Πολιτικής της Βρετανίας μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο ενός ακόμη γύρου ποσοτικής χαλάρωσης ενώ οι πρόσφατες παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών της Ιαπωνίας και της Ελβετίας αποτελούν απλά εκτύπωση χρήματος με άλλο όνομα.
Στην Αμερική μετά την ανακοίνωση των αρνητικών στοιχείων για την ανεργία, εικάζεται ότι η FED θα ανακοινώσει νέα μέτρα στη συνάντηση του Σεπτεμβρίου. Αυτά μπορεί να περιλαμβάνουν αγορές στοιχείων ενεργητικού και λειτουργίες με στόχο τη μείωση των αποδόσεων των μακροπρόθεσμων επιτοκίων σε σχέση με τους βραχυπρόθεσμους τίτλους.
Ενώ όμως όλες αυτές οι μορφές ποσοτικής χαλάρωσης μπορεί να δώσουν ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό τομέα και πιθανότατα να ωθήσουν τους επενδυτές να αναλάβουν κινδύνους, δεν θα συνεισφέρουν ιδιαίτερα στον δανεισμό και στην αύξηση της κατανάλωσης που μπορούν να στηρίξουν τη συνολική ζήτηση. Στην πραγματικότητα οι μεγάλες κυβερνήσεις πρέπει να εστιάσουν ξανά στο παιχνίδι της ανάπτυξης. Ο κύριος στόχος για την πολιτική πρέπει να είναι η δημιουργία απασχόλησης και η επιλογή εκείνων των δημοσιονομικών, δανειοδοτικών, επενδυτικών πρωτοβουλιών και πρωτοβουλιών υποδομών καθώς και μέτρα που θα διευκολύνουν την απομόχλευση των νοικοκυριών. Αν δεν επικρατούσαν οι σημερινές τάσεις δημοσιονομικής ορθοδοξίας, θα υπήρχε περιθώριο για τις κεντρικές τράπεζες να αναστείλουν τον πληθωρισμό στόχο. Δυστυχώς όμως αυτή η ώρα δεν έχει έρθει ακόμα για τους πολιτικούς.
Εν τω μεταξύ οι παγκόσμιες αγορές καλούνται να εξομαλύνουν και αρκετές ανωμαλίες που χαρακτηρίζουν αυτή την κρίση. Για παράδειγμα, σήμερα μπορείς να αγοράσεις 16 βαρέλια πετρελαίου με 1 ουγκιά χρυσού έναντι 9 ως 30 βαρέλια με μέσο όρο τα 15 σε μια 50ετή περίοδο.
Που θα πει ότι ο χρυσός δεν είναι υπερτιμημένος σε αυτή τη βάση. Αντίθετα, το νόμισμα σηματωρός της παγκόσμιας ανάπτυξης, το αυστραλιανό δολάριο, είναι τόσο ισχυρό όσο και το νόμισμα ασφαλές λιμάνι, το ελβετικό φράγκο – και μάλιστα παρά τις παρεμβάσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας. Το ένα από αυτά τα δύο είναι παράλογο. Τέλος, η υπαρξιακή κρίση του ευρώ με όλες τις πιθανότητες χρεοστασίων της ευρωπαϊκής περιφέρειας του δεν έχει αποτρέψει την ισχυρή ενίσχυσή του έναντι του δολαρίου. Άλλο ένα αξιοπερίεργο…