του Χρήστου Ράπτη
Ελάχιστοι Ελληνες φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει ότι εδώ που φτάσαμε η χώρα έχει μόνο δύο εναλλακτικές λύσεις: είτε θα χρεοκοπήσουμε, οπότε και θα ανοίξουμε την πόρτα του συλλογικού εφιάλτη, είτε θα κάνουμε όλες τις απαραίτητες θυσίες για να σώσουμε τη χώρα, να σωθούμε εμείς και να αφήσουμε μια ελπίδα στα παιδιά μας.
Στην πρώτη περίπτωση, αν δηλαδή η χώρα χρεοκοπήσει και επιστρέψουμε στη δραχμή για ένα μεγάλο διάστημα που δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε ακόμα, δεν θα έχουμε νοσοκομεία, δεν θα έχουμε στοιχειώδη αγαθά, δεν θα έχουμε βενζίνη, δεν θα έχουμε δουλειές και θα δυστυχήσουμε όλοι μαζί. Η μεσαία τάξη θα χάσει τα προνόμιά της και μόνο οι πλούσιοι θα ζήσουν καλύτερα, αν δεν φύγουν στο εξωτερικό.
Στη δεύτερη περίπτωση, αν δηλαδή αποφασίσουμε να σώσουμε τη χώρα, θα δυσκολευτούμε για ένα-δύο χρόνια όλοι μαζί, θα ζήσουμε δύσκολα, αλλά θα έχουμε αύριο. Θα διασφαλίσουμε δηλαδή τα στοιχειώδη αγαθά και το κοινωνικό κράτος. Εστω μειωμένο, αλλά θα το διασφαλίσουμε. Και αν σωθούμε, αργότερα θα ανακάμψουμε και σίγουρα η Ελλάδα θα είναι καλύτερη και πιο αξιοκρατική.
Ακούω πολλούς να λένε, όπως έναν συμπαθή ταξιτζή ότι «εγώ δεν πληρώνω και δεν θα είμαι αυτός που θα σώσει τη χώρα. Ας τη σώσουν αυτοί που τα έκλεψαν όλα αυτά τα χρόνια». Σωστό. Και κατανοητό.
Μόνο που αυτοί που τα έκλεψαν θα ζήσουν αυτοί και η οικογένειά τους καλύτερα, είτε στην Αθήνα είτε στο Λονδίνο είτε σε κάποια άλλη ξένη πρωτεύουσα. Αντίθετα, εμείς θα μείνουμε εδώ και θα κλαίμε τη μοίρα μας.
Ακούω και όλους τους άλλους με ένα και δύο σπίτια, με μεγαλύτερες ή μικρότερες ιδιοκτησίες, να επαναλαμβάνουν ότι το ειδικό τέλος είναι μια μεγάλη κλεψιά ή ένα χαράτσι ή ότι τους βάζουν να ξαναπληρώσουν τα σπίτια τους.
Πέρα από το αστείο της υπόθεσης θα πρέπει να σκεφτούμε πόσο αξίζει η σωτηρία αυτής της χώρας που οι πατεράδες μας και πριν από τους πατεράδες μας οι παππούδες μας και πριν από τους παππούδες μας κάποιοι άλλοι έφτυσαν αίμα για να χτίσουν έστω αυτή την απροσάρμοστη χώρα.
Και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι όσο και αν κοστίζει η σωτηρία αυτής της χώρας, θα πρέπει να τα δώσουμε. Χωρίς κλάματα και γκρίνιες. Με την υποχρέωση φυσικά αυτών που μας κυβερνούν να σοβαρευτούν και να κάνουν ό,τι πρέπει να κάνουν για να σωθούν οι ίδιοι και να σώσουν και εμάς.
Ελάχιστοι Ελληνες φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει ότι εδώ που φτάσαμε η χώρα έχει μόνο δύο εναλλακτικές λύσεις: είτε θα χρεοκοπήσουμε, οπότε και θα ανοίξουμε την πόρτα του συλλογικού εφιάλτη, είτε θα κάνουμε όλες τις απαραίτητες θυσίες για να σώσουμε τη χώρα, να σωθούμε εμείς και να αφήσουμε μια ελπίδα στα παιδιά μας.
Στην πρώτη περίπτωση, αν δηλαδή η χώρα χρεοκοπήσει και επιστρέψουμε στη δραχμή για ένα μεγάλο διάστημα που δεν μπορούμε να το προσδιορίσουμε ακόμα, δεν θα έχουμε νοσοκομεία, δεν θα έχουμε στοιχειώδη αγαθά, δεν θα έχουμε βενζίνη, δεν θα έχουμε δουλειές και θα δυστυχήσουμε όλοι μαζί. Η μεσαία τάξη θα χάσει τα προνόμιά της και μόνο οι πλούσιοι θα ζήσουν καλύτερα, αν δεν φύγουν στο εξωτερικό.
Στη δεύτερη περίπτωση, αν δηλαδή αποφασίσουμε να σώσουμε τη χώρα, θα δυσκολευτούμε για ένα-δύο χρόνια όλοι μαζί, θα ζήσουμε δύσκολα, αλλά θα έχουμε αύριο. Θα διασφαλίσουμε δηλαδή τα στοιχειώδη αγαθά και το κοινωνικό κράτος. Εστω μειωμένο, αλλά θα το διασφαλίσουμε. Και αν σωθούμε, αργότερα θα ανακάμψουμε και σίγουρα η Ελλάδα θα είναι καλύτερη και πιο αξιοκρατική.
Ακούω πολλούς να λένε, όπως έναν συμπαθή ταξιτζή ότι «εγώ δεν πληρώνω και δεν θα είμαι αυτός που θα σώσει τη χώρα. Ας τη σώσουν αυτοί που τα έκλεψαν όλα αυτά τα χρόνια». Σωστό. Και κατανοητό.
Μόνο που αυτοί που τα έκλεψαν θα ζήσουν αυτοί και η οικογένειά τους καλύτερα, είτε στην Αθήνα είτε στο Λονδίνο είτε σε κάποια άλλη ξένη πρωτεύουσα. Αντίθετα, εμείς θα μείνουμε εδώ και θα κλαίμε τη μοίρα μας.
Ακούω και όλους τους άλλους με ένα και δύο σπίτια, με μεγαλύτερες ή μικρότερες ιδιοκτησίες, να επαναλαμβάνουν ότι το ειδικό τέλος είναι μια μεγάλη κλεψιά ή ένα χαράτσι ή ότι τους βάζουν να ξαναπληρώσουν τα σπίτια τους.
Πέρα από το αστείο της υπόθεσης θα πρέπει να σκεφτούμε πόσο αξίζει η σωτηρία αυτής της χώρας που οι πατεράδες μας και πριν από τους πατεράδες μας οι παππούδες μας και πριν από τους παππούδες μας κάποιοι άλλοι έφτυσαν αίμα για να χτίσουν έστω αυτή την απροσάρμοστη χώρα.
Και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι όσο και αν κοστίζει η σωτηρία αυτής της χώρας, θα πρέπει να τα δώσουμε. Χωρίς κλάματα και γκρίνιες. Με την υποχρέωση φυσικά αυτών που μας κυβερνούν να σοβαρευτούν και να κάνουν ό,τι πρέπει να κάνουν για να σωθούν οι ίδιοι και να σώσουν και εμάς.